Κυριακή 1 Απριλίου 2012

Μια διδακτική πρόταση για την αφήγηση


 Η αφήγηση είναι μία επικοινωνιακή πράξη και είτε πρόκειται για τη λογοτεχνική, ιστορική είτε για την αφήγηση που καλύπτει καθημερινές ανάγκες της ζωής το αποτέλεσμα είναι η πράξη της επικοινωνίας και η προϋπόθεσή της η ύπαρξη πομπού και δέκτη. Η ανάγκη να γίνει όσο πιο εύληπτο το κεφάλαιο από τους μαθητές με οδήγησε στην παρουσίαση ενός κατεξοχήν αφηγηματικού κειμένου που πληροί τις αφηγηματικές αρχές. Πρόκειται για ένα αυτοβιογραφικό ενθύμημα του Ντίνου Χριστιανόπουλου που παρουσιάζεται από τον Γιώργο Μουμουζιά στο βιβλίο του '' Το δικό μας 2ο Γυμνάσιο Θεσσαλονίκης". Φυσικά, προηγήθηκε της ανάγνωσης του κειμένου η απαραίτητη θεωρητική θωράκιση με την προβολή ενός ppt σχετικού με την αφήγηση.


 

Ντίνος Χριστιανόπουλος
 Όταν τελείωσα το δημοτικό, η δασκάλα μου δ. Τζανή και ο διευθυντής μας κ. Φιδάνης θέλησαν να με γράψουν στο Πειραματικό, γιατί ήμουν πολύ καλός μαθητής, αλλά ο διευθυντής του Πειραματικού Ξηροτύρης με έδιωξε λέγοντας ότι τα χαρτιά μου ήταν λερωμένα (λεγόμουν Δημητρίου ή Δημητριάδης, και η δικαστική απόφαση δεν είχε βγει ακόμα). Έτσι κατέφυγα στο Β΄ γυμνάσιο, που θεωρούνταν το καλύτερο μετά το Αμερικανικό Κολλέγιο και το Πειραματικό. Εκεί με δέχτηκαν με αγάπη παρακάμπτοντας τα γραφειοκρατικά.

 Όμως οι καιροί ήταν δύσκολοι. Είχαμε γερμανική κατοχή και οι Γερμανοί είχαν επιτάξει το γυμνάσιο. Την πρώτη οκταταξίου την κάναμε πρόσφυγες στην Αγιά-Σοφιά και τη δευτέρα στην μητρόπολη. Το 1941-1942 ήταν η χειρότερη χρονιά. Είχε πέσει μεγάλη πείνα και οι άνθρωποι πέθαιναν στη μέση του δρόμου. Κι εγώ ο ίδιος κινδύνεψα να πεθάνω από πείνα δυο φορές, μια στις αρχές του 1942 και μια στα τέλη. Το πώς σώθηκα είναι άλλη ιστορία. Πάντως, όταν τελειώναμε τα μαθήματα, είχα μαζί μου μια σακούλα (μάλλον ένα πλεχτό δίχτυ) και έτρεχα αμέσως στο Καπάνι μήπως βρω τίποτε που να τρώγεται. Μια φορά, θυμάμαι, βρήκα έξι ρεβύθια, που τα κάναμε καφέ, μια άλλη φορά μισή πατάτα. Μια φορά βρήκα μια καρπουζόφλουδα και όρμησα σαν τρελός. Την έτρωγα και τρέχαν τα ζουμιά από το στόμα μου, οπότε ξαφνικά σηκώνω τα μάτια μου, και τι να δω; Ο καθηγητής μου στεκόταν μπροστά μου και με παρατηρούσε βουρκωμένος. Ήθελα να με κατάπινε η γη, αλλά ο καθηγητής μου με πρόλαβε και μου είπε: «Μη στεναχωριέσαι, παιδί μου, κι εγώ γι’ αυτή τη δουλειά βρίσκομαι εδώ» και μου έδειξε κι αυτός ένα πλεχτό δίχτυ που είχε μαζί του και μάζευε απ’ τα σκουπίδια ό,τι έβρισκε. Ήταν συγκλονιστική και μοναδική εκείνη η στιγμή, αρχίσαμε να κλαίμε και οι δύο.

 Την άλλη χρονιά, αν και ακόμη κατοχή, τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα. Τότε διαδόθηκε στο σχολείο μας κάτι το απίθανο: Ο δεύτερος, και νεώτερος, γυμναστής μας τα είχε με την καθηγήτρια των τεχνικών, που ήταν αρκετά μεγαλύτερή του. Βούιξε όλο το γυμνάσιο, αλλά κανείς δεν έβγαζε τσιμουδιά. Το ήξερε κι ο γυμνασιάρχης, αλλά έκανε πως δεν ήξερε. Ούτε οι μαθητές το συζητούσαν. Το θέμα αντιμετωπίστηκε με διακριτικότητα. Το ειδύλλιο ήταν δυνατό και, το σπουδαιότερο, η καθηγήτρια των τεχνικών έμαθε στο γυμναστή να ζωγραφίζει! Και φαίνεται ότι τα μαθήματα ζωγραφικής πήγαιναν τόσο καλά, που ο γυμναστής έγινε ζωγράφος και άρχισε να εκθέτει τα ερασιτεχνικά του έργα. Πολλές δεκαετίες αργότερα, όταν είχα ανοίξει μια γκαλερί, με επισκέφθηκε ο γυμναστής –που με θυμόταν πολύ καλά- και είδε την έκθεση που φιλοξενούσα, τόλμησε μάλιστα να μου προτείνει να φιλοξενήσω κι αυτόν. Με πολλή ειλικρίνεια του απάντησα ότι ευχαρίστως θα τα έβλεπα και θα το συζητούσαμε, αλλά ο γυμναστής, που ήταν ήδη εγκατεστημένος στην Αθήνα, δεν ξαναφάνηκε.

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος μαθητής, σκίτσο του Γιάκου
 Το 1947 άρχιζα να ζωγραφίζω και εγώ, και ο νέος μας καθηγητής των τεχνικών, ο γνωστός ζωγράφος Διονύσιος Γιάκος, ήταν πολύ ευχαριστημένος από τις επιδόσεις μου και με πίεζε να δώσω εξετάσεις στη σχολή καλών τεχνών και να γίνω κι εγώ ζωγράφος. Ο Γιάκος πίστευε στην αξία μου και ως ζωγράφου και ως ποιητή, γιατί εν τω μεταξύ είχα αρχίσει να δημοσιεύω ποιήματα σε διάφορα περιοδικά, που ο καθηγητής μας τα παρακολουθούσε. Μια μέρα, λοιπόν, μου πρότεινε να μου κάνει το σκίτσο μου γιατί, όπως μου είπε, «εσύ κάποτε θα γίνεις σπουδαίος, ας υπάρχει και μια ζωγραφιά σου απ’ την εφηβική σου ηλικία». Εγώ ντρεπόμουν, αλλά κατά βάθος το ήθελα. Έτσι κάθισα ένα μεσημέρι μετά το μάθημα και μου έκανε όχι ένα αλλά τρία πολύ ωραία σκίτσα και –τι σύμπτωση!- το καλύτερο δημοσιεύτηκε σ’ ένα περιοδικό μαζί με κάποιο ποίημά μου που είχε βραβευτεί σε ένα ποιητικό διαγωνισμό. (Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα, ο Γιάκος, που πλησίαζε τα εκατό, μου έστειλε μήνυμα με μια κοπέλα και μου είπε ότι με θυμόταν με αγάπη και ότι δικαιώθηκε στις προβλέψεις του).

 Τώρα που άνοιξα το κουτάκι των αναμνήσεων, τελειωμό δεν έχουν. Γι’ αυτό θα κλείσω με ένα ακόμη περιστατικό. Το 1948 ο γυμνασιάρχης μας Ηλίας Βαρβατσούλης, ήρθε μια μέρα στην τάξη μας διακόπτοντας το μάθημα του φιλολόγου μας, και μας είπε τα εξής: «Αγαπητά μου παιδιά, έχω σήμερα να σας πω κάτι πολύ συγκινητικό. Όπως ξέρετε ή δεν ξέρετε, ο αγαπητός μας συμμαθητής σας Κωνσταντίνος Δημητρίου ή Δημητριάδης είχε πρόβλημα με τα δύο επίθετα. Οι γονείς του κατέφυγαν στα δικαστήρια, αλλά τα δικαστήρια αργούσαν. Επιτέλους, μόλις προχτές βγήκε η απόφαση και έτσι από σήμερα θα λέγεται πλέον Δημητριάδης και όχι Δημητρίου. Ήταν μια μεγάλη στιγμή για την οικογένειά του και τον ίδιο. Σας παρακαλώ, λοιπόν, από σήμερα να μην τον ξαναφωνάξετε ποτέ Δημητρίου και να μην ξεχνάτε ότι πλέον και για σας και για την πολιτεία το κανονικό του επίθετο είναι Δημητριάδης. Κι εγώ που τον αγαπώ πολύ, του εύχομαι από καρδιάς να προκόψει στις σπουδές του ως Δημητριάδης». Επακολούθησαν δυνατά χειροκροτήματα –μόνο που εγώ δεν του έκανα το χατίρι και πρόκοψα όχι ως Δημητριάδης αλλά ως Χριστιανόπουλος.

_______________________________________________________________

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος σπούδασε φιλολογία στο Α.Π.Θ. Υπήρξε ιδρυτής και διευθυντής του λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού περιοδικού «Διαγώνιος», των «Εκδόσεων Διαγώνιος» και της Μικρής Πινακοθήκης «Διαγώνιος». Έχει εκδώσει πολλά βιβλία με ποιήματα, διηγήματα και μελέτες. Υπήρξε μαθητής του (οκτατάξιου τότε) Β΄ Γυμνασίου Αρρένων Θεσσαλονίκης (1941 – 1949).




3 σχόλια:

  1. Ελένη,το κείμενο είναι τέλειο.Να το "κλέψουμε";Το
    ppt μου φάνηκε πολύ "χορταστικό".οι μαθητές πως το υποδέχτηκαν;Νομίζω ότι με τις ερωτήσεις της τελευταίας διαφάνειας θα μπορούσες να τους καθοδηγήσεις πιο αποτελεσματικά.αλήθεια πως δούλεψε η τάξη;
    καλό βράδυ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. η αλήθεια είναι πως με τη θεωρία της παρουσίασης λίγο κουραστήκαμε, όμως έπρεπε να δώσω όλες τις παραμέτρους της αφήγησης, για να βοηθηθούνε και για τη λογοτεχνία. Επειδή τους είπα ότι η εργασία που θα τους δώσω μετά την προβολή της παρουσίασης θα στηρίζεται σ' αυτή η προσοχή τους ήταν τεταμένη. Όσον αφορά στα ερωτήματα τέθηκαν στο τέλος κυρίως για να κάνω την αξιολόγηση της πρόσληψης του μαθήματος. Συμφωνώ μαζί σου ότι έπρεπε να του'' κατευθύνω'' πιο αποτελεσματικά, αλλά στο δίωρο μιας δειγματικής διδασκαλίας (την παρακολούθησαν δύο επί πτυχίω συνάδελφοι) έχω την εντύπωση(μπορεί και να κάνω λάθος) ότι δε θα έβγαινε... Σ' ευχαριστώ πολύ για τα σχόλιά σου, πάντα η κριτική μας ωφελεί, μας κάνει καλύτερους, του χρόνου σκέφτομαι να αλλάξω τις σχετικές ερωτήσεις ώστε να γίνουν πιο αποτελεσματικές. Να' σαι καλά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κι εγώ ευχαριστώ.Αφού η επιμόρφωση αργεί,η ανταλλαγή απόψεων και διδακτικών προτάσεων είναι η μόνη λύση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή