Γρ. Ξενόπουλος, Στέλλα Βιολάντη
Ο Γρ. Ξενόπουλος γράφει για το έργο του:
«Το διήγημα «Έρως Εσταυρωμένος», που το δραματοποίησα ύστερα με τον τίτλο «Στέλλα Βιολάντη», είναι μια έμπνευση του 1901. Ο θρύλος όμως που μου έδωσε αφορμή να γράψω και το διήγημα και το δράμα είναι κατά είκοσι τουλάχιστον χρόνια αρχαιότερος. Γιατί περί το 1880 ψιθυριζόταν στη Ζάκυνθο- ήμουν παιδί τότε- πως ένας άγριος πατέρας εφυλάκισε την κόρη του στη σοφίτα του σπιτιού του με ψωμί και με νερό, επειδή αγαπούσε κάποιον που δεν ήθελε να της τον δώσει κι αρνιόταν επίμονα να πάρει έναν άλλον που της έδινε αυτός. Η δυστυχισμένη κόρη πέθανε απ' αυτό το μαρτύριο• αποσιώπησαν όμως την αιτία του θανάτου της και την εκήδεψαν μεγαλόπρεπα, με τις πιο επιδειχτικές εκδηλώσεις απαρηγόρητου πένθους. Λίγο αργότερα -ήμουν πια φοιτητής- άκουσα πως όμοιο δράμα έγινε και στην Πάτρα, και τα πρώτα χρόνια που εγκαταστάθηκα στη Αθήνα οριστικά, εγνώρισα μια πολύ καλή οικογένεια με τέσσερες κόρες, που όταν μια απ' αυτές, η ωραιότερη, πέθανε κάπως ξαφνικά, έμαθα πως οι γονείς της και τ' αδέρφια της- δυο Νταντήδες υπήρχαν σ' εκείνο το σπίτι- την εσκότωναν από το ξύλο, επειδή είχε ερωτευθεί κάποιον παρακατιανό. Αυτή μάλιστα η Αθηναϊκή ιστορία μου θύμισε τότε την παλιά ζακυνθινή και μ' έκανε να γράφω τον «Εσταυρωμένο Έρωτα της Στέλλας Βιολάντη», που έκανε τόση εντύπωση όταν πρωτοδημοσιεύθηκε στα «Παναθήναια», ώστε ο Παλαμάς να αφιερώσει ποίημα στην ηρωίδα -αυτό που έβαλα για πρόλογο στο δράμα- κι ο Βλάσης Γαβριηλίδης να γράψει κύριο άρθρο στην «Ακρόπολή» του -άλλοι καιροί, άλλα ήθη- με τον τίτλο «Στέλλα Βιολάντη».
Και τώρα ρωτιέμαι: Γίνουνται άραγε και σήμερα τέτοια δράματα σ' ελληνικά σπίτια, αθηναϊκά, πατρινά, ζακυνθινά; Μερικοί από τους κριτικούς, που ασχολήθηκαν με τη «Στέλλα Βιολάντη» αυτόν τον καιρό που την ξανάπαιξε με τόση επιτυχία η Μαρίκα Κοτοπούλη- η «πρώτη διδάξασα» το 1909- είπαν, όχι δεν γίνονται. Ούτε οι γονείς κάνουν τόση κατάχρηση πατρικής εξουσίας, ούτε τα σημερινά κορί¬τσια έχουν τη δειλία ή τη βλακεία να την υποφέρουν Όταν ο πατέρας, η μητέρα, ο αδερφός, δεν θέλουν να της δώσουν τον εκλεκτό της, η ερωτευμένη σηκώνει επανάσταση, κάνει του κεφαλιού της, τον παίρνει μοναχή της. Κι' έχουμε πλήθος παραδείγματα κοριτσιών που στην επίμονη άρνηση της οικογενείας τους αντέταξαν τη δική τους βία, και συνεννοήθηκαν με τον λεγόμενο και τόσκασαν από το πατρικό τους σπίτι για να τον στεφανωθούν. Κι' άλλων ο αυτόβουλος γάμος αναγνωρίσθηκε αργά ή γρήγορα και η περιπέτεια τελείωσε φαιδρά , άλλων όμως τον αγνόησε η πατρική εξουσία και η ζωή τους μ' ένα φτωχό νέο- γιατί οι γονείς αρνούνται συνήθως όταν ο λεγό¬μενος είναι φτωχός- γίνεται δράμα και μαρτύριο, ως να πεθάνει, μετά χρόνια, ο πλούσιος πατέρας και να πάρει η κακοπαντρεμμένη κόρη τουλάχιστον την «νόμιμον μοίραν». Κάποτε, πάλι, συμβαίνει να βαρεθεί τη φτώχεια, να μετανοιώσει, να εγκαταλείψει τον άντρα της-όταν, για τον ίδιο λόγο, δεν την έχει εγκαταλείψει πρώτος αυτός-και να γυρίσει στο πατρικό της σπίτι, όπου πάντα σχεδόν την περι¬μένει η υποδοχή του Ασώτου.
Αλλά τί μαρτυρούν τα πολυάριθμα αυτά παραδείγματα; Η πατρική εξουσία κι αν δεν είναι τόσο σκληρή, τυρανική, καταχραστική, ώστε να φυλακίζει σε σοφίτες ή κατώγια, δεν υπάρχει, δεν εξασκείται, όπως και τον παλιό καλό καιρό; Και τα σημερινά κορίτσια, μ' όλες τους τις ελευθερίες, δεν είναι τόσες Στέλλες Βιολάντη, αφού αναγκάζονται, για να μη υποκύψουν στον τύραννο, που τους αρνείται τον αγαπημένο ή επιμένει να τους δώσει άλλον, να σηκώνουν επανάσταση; Γιατί και η μακρυνή Στέλλα Βιολάντη επανάσταση σήκωσε. Ούτε ν' ακούσει εκείνο που ήθελε ο πατέρας της, να πάρει τον «ασχημότερο» Μένουλα. Ή το Χρηστάκη ή κανένα . Κι αν στάθηκε να τη φυλακίσει- γιατί κι αυτό μπορούσε να το αποφύγει με μια προσποιητή μετάνοια- ήταν γιατί είχε γράψει του Χρηστάκη να πάει να τη σώσει έτοιμη κι αυτή να ξεπορτίσει μαζί του. Αλλο ζήτημα αν το δράμα της δεν είχε το ευτυχισμένο αυτό τέλος που έχουν τα περισσότερα σημερινά. Αιτία ο Χρηστάκης που δεν αγαπούσε παρά «τα τάλλαρα του πατέρα της», που τρομοκρατήθηκε απ' αυτόν, που απελπίσθηκε να πάρει τη Στέλλα με το καλό και μη τολμώντας να την πάρει με τη βία, επροτίμησε να κλέψει μια άλλη που τον αγαπούσε, την πλούσια κοντεσσίνα Μαρκότση.
Το συμπέρασμα είναι πως ο κόσμος, η Ελλάδα και η Ελληνική οικογένεια, κατά βάθος δεν άλλαξαν καθόλου από τότε . Απλούστατα γιατί δεν άλλαξαν ούτε οι οικονομικοί όροι της ζωής, ούτε οι ψυχές του ανθρώπου κι οι καρδιές των κοριτσιών. Όπως υπήρχαν, έτσι υπάρχουν αισθηματικά κορίτσια που προτιμούν το φτωχό νέο που αγαπούν από οιονδήποτε πλούσιο. Όπως υπήρχαν, έτσι υπάρχουν γονείς, που εννοούν να εμποδίσουν με κάθε τρόπο τον ανάρμοστο ή τον ασύμφερτο γάμο. Κι όπως τα σημερινά κορίτσια σε τέτοια περίπτωση, σηκώνουν επανάσταση, κι επέρχεται σπίτι μια δραματική σύγκρουση, έτσι έκαναν και τα παλιά, από τον καιρό της Στέλλας Βιολάντη, με τη διαφορά πως η σύγκρουση τότε ήταν βιαιότερη και δεν τελείωνε πάντα με τη νίκη του αισθήματος. Αν θέλετε μάλιστα, η Στέλλα Βιόλαντη είναι μια πρόδρομος των σημερινών κοριτσιών με τη συναίσθηση, την επίγνωση που είχε της ελευθερίας της, των ανθρώπινων δικαιωμάτων της , τη δύναμη της , το πείσμα της• πράγματα που δεν τα είχαν συνήθως τα κορίτσια κι υπέκυπταν αγόγγυστα στην πατρική εξουσία. Η Στέλλα Βιολάντη «προτρέχει της εποχής της» κι είναι σαν ένα κορίτσι σημερινό. Γι' αυτό και το δράμα της συγκινεί ακόμα τον κόσμο. Ο θεατής βλέπει μια ιστορία, που, στη μεγάλη της γραμμή, γίνεται και σήμερα, αδιάφορο αν είναι διαφορετικές μερικές λεπτομέρειες.
(Περ. «Νεοελλ. Λογοτεχνία», τεύχος 1ον, (1937)
Ο Γρ. Ξενόπουλος γράφει για το έργο του:
«Το διήγημα «Έρως Εσταυρωμένος», που το δραματοποίησα ύστερα με τον τίτλο «Στέλλα Βιολάντη», είναι μια έμπνευση του 1901. Ο θρύλος όμως που μου έδωσε αφορμή να γράψω και το διήγημα και το δράμα είναι κατά είκοσι τουλάχιστον χρόνια αρχαιότερος. Γιατί περί το 1880 ψιθυριζόταν στη Ζάκυνθο- ήμουν παιδί τότε- πως ένας άγριος πατέρας εφυλάκισε την κόρη του στη σοφίτα του σπιτιού του με ψωμί και με νερό, επειδή αγαπούσε κάποιον που δεν ήθελε να της τον δώσει κι αρνιόταν επίμονα να πάρει έναν άλλον που της έδινε αυτός. Η δυστυχισμένη κόρη πέθανε απ' αυτό το μαρτύριο• αποσιώπησαν όμως την αιτία του θανάτου της και την εκήδεψαν μεγαλόπρεπα, με τις πιο επιδειχτικές εκδηλώσεις απαρηγόρητου πένθους. Λίγο αργότερα -ήμουν πια φοιτητής- άκουσα πως όμοιο δράμα έγινε και στην Πάτρα, και τα πρώτα χρόνια που εγκαταστάθηκα στη Αθήνα οριστικά, εγνώρισα μια πολύ καλή οικογένεια με τέσσερες κόρες, που όταν μια απ' αυτές, η ωραιότερη, πέθανε κάπως ξαφνικά, έμαθα πως οι γονείς της και τ' αδέρφια της- δυο Νταντήδες υπήρχαν σ' εκείνο το σπίτι- την εσκότωναν από το ξύλο, επειδή είχε ερωτευθεί κάποιον παρακατιανό. Αυτή μάλιστα η Αθηναϊκή ιστορία μου θύμισε τότε την παλιά ζακυνθινή και μ' έκανε να γράφω τον «Εσταυρωμένο Έρωτα της Στέλλας Βιολάντη», που έκανε τόση εντύπωση όταν πρωτοδημοσιεύθηκε στα «Παναθήναια», ώστε ο Παλαμάς να αφιερώσει ποίημα στην ηρωίδα -αυτό που έβαλα για πρόλογο στο δράμα- κι ο Βλάσης Γαβριηλίδης να γράψει κύριο άρθρο στην «Ακρόπολή» του -άλλοι καιροί, άλλα ήθη- με τον τίτλο «Στέλλα Βιολάντη».
Και τώρα ρωτιέμαι: Γίνουνται άραγε και σήμερα τέτοια δράματα σ' ελληνικά σπίτια, αθηναϊκά, πατρινά, ζακυνθινά; Μερικοί από τους κριτικούς, που ασχολήθηκαν με τη «Στέλλα Βιολάντη» αυτόν τον καιρό που την ξανάπαιξε με τόση επιτυχία η Μαρίκα Κοτοπούλη- η «πρώτη διδάξασα» το 1909- είπαν, όχι δεν γίνονται. Ούτε οι γονείς κάνουν τόση κατάχρηση πατρικής εξουσίας, ούτε τα σημερινά κορί¬τσια έχουν τη δειλία ή τη βλακεία να την υποφέρουν Όταν ο πατέρας, η μητέρα, ο αδερφός, δεν θέλουν να της δώσουν τον εκλεκτό της, η ερωτευμένη σηκώνει επανάσταση, κάνει του κεφαλιού της, τον παίρνει μοναχή της. Κι' έχουμε πλήθος παραδείγματα κοριτσιών που στην επίμονη άρνηση της οικογενείας τους αντέταξαν τη δική τους βία, και συνεννοήθηκαν με τον λεγόμενο και τόσκασαν από το πατρικό τους σπίτι για να τον στεφανωθούν. Κι' άλλων ο αυτόβουλος γάμος αναγνωρίσθηκε αργά ή γρήγορα και η περιπέτεια τελείωσε φαιδρά , άλλων όμως τον αγνόησε η πατρική εξουσία και η ζωή τους μ' ένα φτωχό νέο- γιατί οι γονείς αρνούνται συνήθως όταν ο λεγό¬μενος είναι φτωχός- γίνεται δράμα και μαρτύριο, ως να πεθάνει, μετά χρόνια, ο πλούσιος πατέρας και να πάρει η κακοπαντρεμμένη κόρη τουλάχιστον την «νόμιμον μοίραν». Κάποτε, πάλι, συμβαίνει να βαρεθεί τη φτώχεια, να μετανοιώσει, να εγκαταλείψει τον άντρα της-όταν, για τον ίδιο λόγο, δεν την έχει εγκαταλείψει πρώτος αυτός-και να γυρίσει στο πατρικό της σπίτι, όπου πάντα σχεδόν την περι¬μένει η υποδοχή του Ασώτου.
Αλλά τί μαρτυρούν τα πολυάριθμα αυτά παραδείγματα; Η πατρική εξουσία κι αν δεν είναι τόσο σκληρή, τυρανική, καταχραστική, ώστε να φυλακίζει σε σοφίτες ή κατώγια, δεν υπάρχει, δεν εξασκείται, όπως και τον παλιό καλό καιρό; Και τα σημερινά κορίτσια, μ' όλες τους τις ελευθερίες, δεν είναι τόσες Στέλλες Βιολάντη, αφού αναγκάζονται, για να μη υποκύψουν στον τύραννο, που τους αρνείται τον αγαπημένο ή επιμένει να τους δώσει άλλον, να σηκώνουν επανάσταση; Γιατί και η μακρυνή Στέλλα Βιολάντη επανάσταση σήκωσε. Ούτε ν' ακούσει εκείνο που ήθελε ο πατέρας της, να πάρει τον «ασχημότερο» Μένουλα. Ή το Χρηστάκη ή κανένα . Κι αν στάθηκε να τη φυλακίσει- γιατί κι αυτό μπορούσε να το αποφύγει με μια προσποιητή μετάνοια- ήταν γιατί είχε γράψει του Χρηστάκη να πάει να τη σώσει έτοιμη κι αυτή να ξεπορτίσει μαζί του. Αλλο ζήτημα αν το δράμα της δεν είχε το ευτυχισμένο αυτό τέλος που έχουν τα περισσότερα σημερινά. Αιτία ο Χρηστάκης που δεν αγαπούσε παρά «τα τάλλαρα του πατέρα της», που τρομοκρατήθηκε απ' αυτόν, που απελπίσθηκε να πάρει τη Στέλλα με το καλό και μη τολμώντας να την πάρει με τη βία, επροτίμησε να κλέψει μια άλλη που τον αγαπούσε, την πλούσια κοντεσσίνα Μαρκότση.
Το συμπέρασμα είναι πως ο κόσμος, η Ελλάδα και η Ελληνική οικογένεια, κατά βάθος δεν άλλαξαν καθόλου από τότε . Απλούστατα γιατί δεν άλλαξαν ούτε οι οικονομικοί όροι της ζωής, ούτε οι ψυχές του ανθρώπου κι οι καρδιές των κοριτσιών. Όπως υπήρχαν, έτσι υπάρχουν αισθηματικά κορίτσια που προτιμούν το φτωχό νέο που αγαπούν από οιονδήποτε πλούσιο. Όπως υπήρχαν, έτσι υπάρχουν γονείς, που εννοούν να εμποδίσουν με κάθε τρόπο τον ανάρμοστο ή τον ασύμφερτο γάμο. Κι όπως τα σημερινά κορίτσια σε τέτοια περίπτωση, σηκώνουν επανάσταση, κι επέρχεται σπίτι μια δραματική σύγκρουση, έτσι έκαναν και τα παλιά, από τον καιρό της Στέλλας Βιολάντη, με τη διαφορά πως η σύγκρουση τότε ήταν βιαιότερη και δεν τελείωνε πάντα με τη νίκη του αισθήματος. Αν θέλετε μάλιστα, η Στέλλα Βιόλαντη είναι μια πρόδρομος των σημερινών κοριτσιών με τη συναίσθηση, την επίγνωση που είχε της ελευθερίας της, των ανθρώπινων δικαιωμάτων της , τη δύναμη της , το πείσμα της• πράγματα που δεν τα είχαν συνήθως τα κορίτσια κι υπέκυπταν αγόγγυστα στην πατρική εξουσία. Η Στέλλα Βιολάντη «προτρέχει της εποχής της» κι είναι σαν ένα κορίτσι σημερινό. Γι' αυτό και το δράμα της συγκινεί ακόμα τον κόσμο. Ο θεατής βλέπει μια ιστορία, που, στη μεγάλη της γραμμή, γίνεται και σήμερα, αδιάφορο αν είναι διαφορετικές μερικές λεπτομέρειες.
(Περ. «Νεοελλ. Λογοτεχνία», τεύχος 1ον, (1937)
Και η κριτκή του Μάριου Πλωρίτη για τη '' θεατρική'' Στέλλα Βιολάντη (1949) Πηγή: Εθνικό Θέατρο
πολύ όμορφη ανάρτηση,όπως και όλο το blog.
ΑπάντησηΔιαγραφήυ.γ οι μουσικές μαγικές...