Παράλληλα κείμενα στον “Κρητικό” του Σολωμού
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
1. Να εξετάσετε την επίδραση της φύσης στον ψυχισμό του ανθρώπου, όπως αυτή διαφαίνεται στον «Κρητικό» μέσω του «ήχου» και στο Σχεδίασμα Β‘, 2 των «Ελεύθερων Πολιορκημένων».
Δ. ΣΟΛΩΜΟΥ «ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ»
(Απόσπασμα από το: Σχεδίασμα Β’, 2)
Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,
Κι όσ‘ άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ‘ άρματα σε κλειούνε.
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,
Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι,
Κι ολόλευκο εσύσμιξε με τ‘ ουρανού τα κάλλη.
Και μες στης λίμνης τα νερά, όπ‘ έφθασε μ‘ ασπούδα,
Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο·
Το σκουληκάκι βρίσκεται σ‘ ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη,
Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι•
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει-
Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.
Τρέμ‘ η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της.
2. Να συγκρίνετε ως προς το περιεχόμενο και τη δομή τον όρκο στην παραλογή «Του νεκρού αδελφού» και στον Κρητικό (απ. 2, στ. 2-4)
Μάνα με τους εννιά σου γιου, και με τη μια σου κόρη,
την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη.
την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε!
Στα σκοτεινά την έλουζε, στ’ άφεγγα τη χτενίζει,
στ’ άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της.
Προξενητάδες ήρθανε από τη Βαβυλώνα,
να πάρουνε την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα.
Οι οχτώ αδερφοί δε θέλουνε κι ο Κωσταντίνος θέλει
«Μάνα μου. κι ας τη δώσουμε την Αρετή στα ξένα,
στα ξένα κει που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω,
αν πάμ’ εμείς στην ξενιτιά, ξένοι να μην περνούμε.
- Φρόνιμος είσαι. Κωσταντή, μ’ άσκημα απιλογήθης,
Κι α μόρτει, γιε μου, θάνατος, κι α μόρτει, γιε μου, αρρώστια,
κι αν τύχει πίκρα γή χαρά. ποιος πάει να μου τη φέρει;
- Βάλλω τον ουρανό κριτή και τους άγιους μαρτύρους,
αν τύχει κι έρτει θάνατος, αν τύχει κι έρτει αρρώστια
αν τύχει πίκρα γή χαρά, εγώ να σου τη φέρω».
Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα,
κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοι
κι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν,
βρέθηκε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο.
Σ’ όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ’ όλα μοιρολογιόταν.
στου Κωσταντίνου το μνημειό ανέσπα τα μαλλιά της.
«Ανάθεμά σε, Κωσταντή, και μυριανάθεμά σε,
όπου μου την εξόριζες την Αρετή στα ξένα!
το τάξιμο που μου ’ταξες, πότε θα μου το κάμεις;
Τον ουρανό έβαλες κριτή και τους αγιούς μαρτύρους
αν τύχει πίκρα γή χαρά, να πας να μου τη φέρεις».
Από το μυριανάθεμα και τη βαριά κατάρα,
η γης αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε.
Κάνει το σύγνεφο άλογο και τ’ άστρο χαλινάρι.
και το φεγγάρι συντροφιά και πάει να της τη φέρει.
3. Στο παρακάτω ποίημα του Μάνου Ελευθερίου το κεντρικό θέμα είναι η πορεία ενός πλοίου στη θάλασσα. Να εντοπίσετε τα χαρακτηριστικά αυτής της πορείας και να επισημάνετε το διαφορετικό τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται ο αφηγητής στα δύο έργα.
Το πλοίο Ναυτοκρατούσα
Το πλοίο αυτό που ταξιδεύει χρόνια μες στις θάλασσες
δίχως σημαία και πλήρωμα και δίχως σκοπό
ξενυχτώντας σε λιμάνια που σαν αγάπες αγκάλιασες
με φύλλα πορείας αόρατα, σαν ανθισμένο βουνό,
το πλοίο που ονειρεύτηκες για μυστικές διαδρομές
χωρίς ελέγχους στα δρομολόγια και εξακριβώσεις
σέρνοντας κήπους από χιόνι και μουσική από βροχές
και σε τρυπάει ο πόνος του όπως οι πόνοι στις αρθρώσεις
το πλοίο αυτό που ταξιδεύει μες την καταχνιά
μόνο του σκέφτεται και μόνο του παίρνει αποφάσεις.
Δεν είν’ εκείνο που θα πάρουμε για να σκορπίσει η σκοτεινιά
καινά βρει ο θάνατος επάνω μας προφάσεις.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
1. Να εξετάσετε την επίδραση της φύσης στον ψυχισμό του ανθρώπου, όπως αυτή διαφαίνεται στον «Κρητικό» μέσω του «ήχου» και στο Σχεδίασμα Β‘, 2 των «Ελεύθερων Πολιορκημένων».
Δ. ΣΟΛΩΜΟΥ «ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ»
(Απόσπασμα από το: Σχεδίασμα Β’, 2)
Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,
Κι όσ‘ άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ‘ άρματα σε κλειούνε.
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,
Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι,
Κι ολόλευκο εσύσμιξε με τ‘ ουρανού τα κάλλη.
Και μες στης λίμνης τα νερά, όπ‘ έφθασε μ‘ ασπούδα,
Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο·
Το σκουληκάκι βρίσκεται σ‘ ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη,
Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι•
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει-
Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.
Τρέμ‘ η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της.
2. Να συγκρίνετε ως προς το περιεχόμενο και τη δομή τον όρκο στην παραλογή «Του νεκρού αδελφού» και στον Κρητικό (απ. 2, στ. 2-4)
Μάνα με τους εννιά σου γιου, και με τη μια σου κόρη,
την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη.
την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε!
Στα σκοτεινά την έλουζε, στ’ άφεγγα τη χτενίζει,
στ’ άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της.
Προξενητάδες ήρθανε από τη Βαβυλώνα,
να πάρουνε την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα.
Οι οχτώ αδερφοί δε θέλουνε κι ο Κωσταντίνος θέλει
«Μάνα μου. κι ας τη δώσουμε την Αρετή στα ξένα,
στα ξένα κει που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω,
αν πάμ’ εμείς στην ξενιτιά, ξένοι να μην περνούμε.
- Φρόνιμος είσαι. Κωσταντή, μ’ άσκημα απιλογήθης,
Κι α μόρτει, γιε μου, θάνατος, κι α μόρτει, γιε μου, αρρώστια,
κι αν τύχει πίκρα γή χαρά. ποιος πάει να μου τη φέρει;
- Βάλλω τον ουρανό κριτή και τους άγιους μαρτύρους,
αν τύχει κι έρτει θάνατος, αν τύχει κι έρτει αρρώστια
αν τύχει πίκρα γή χαρά, εγώ να σου τη φέρω».
Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα,
κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοι
κι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν,
βρέθηκε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο.
Σ’ όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ’ όλα μοιρολογιόταν.
στου Κωσταντίνου το μνημειό ανέσπα τα μαλλιά της.
«Ανάθεμά σε, Κωσταντή, και μυριανάθεμά σε,
όπου μου την εξόριζες την Αρετή στα ξένα!
το τάξιμο που μου ’ταξες, πότε θα μου το κάμεις;
Τον ουρανό έβαλες κριτή και τους αγιούς μαρτύρους
αν τύχει πίκρα γή χαρά, να πας να μου τη φέρεις».
Από το μυριανάθεμα και τη βαριά κατάρα,
η γης αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε.
Κάνει το σύγνεφο άλογο και τ’ άστρο χαλινάρι.
και το φεγγάρι συντροφιά και πάει να της τη φέρει.
3. Στο παρακάτω ποίημα του Μάνου Ελευθερίου το κεντρικό θέμα είναι η πορεία ενός πλοίου στη θάλασσα. Να εντοπίσετε τα χαρακτηριστικά αυτής της πορείας και να επισημάνετε το διαφορετικό τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται ο αφηγητής στα δύο έργα.
Το πλοίο Ναυτοκρατούσα
Το πλοίο αυτό που ταξιδεύει χρόνια μες στις θάλασσες
δίχως σημαία και πλήρωμα και δίχως σκοπό
ξενυχτώντας σε λιμάνια που σαν αγάπες αγκάλιασες
με φύλλα πορείας αόρατα, σαν ανθισμένο βουνό,
το πλοίο που ονειρεύτηκες για μυστικές διαδρομές
χωρίς ελέγχους στα δρομολόγια και εξακριβώσεις
σέρνοντας κήπους από χιόνι και μουσική από βροχές
και σε τρυπάει ο πόνος του όπως οι πόνοι στις αρθρώσεις
το πλοίο αυτό που ταξιδεύει μες την καταχνιά
μόνο του σκέφτεται και μόνο του παίρνει αποφάσεις.
Δεν είν’ εκείνο που θα πάρουμε για να σκορπίσει η σκοτεινιά
καινά βρει ο θάνατος επάνω μας προφάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου